Ομιλία Λεωνίδα Γρηγοράκου, βουλευτή Λακωνίας ΔΗΣΥ στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων με τίτλο: «Συνέργειες Πανεπιστημίων και Τ.Ε.Ι., πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, πειραματικά σχολεία, Γενικά Αρχεία του Κράτους και λοιπές διατάξεις»
17 Απριλίου 2019
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Προβληματίστηκα πάρα πολύ για το αν πρέπει να είμαι εγώ ο εισηγητής του νομοσχεδίου, αλλά τελικά το Κόμμα μου με απάλλαξε ορίζοντας την κ. Χριστοφιλοπούλου, γιατί ήμουν πολύ «μπλεγμένος» με το θέμα, όχι μόνο του νομοσχεδίου, αλλά και με τα τοπικά θέματα που δημιουργεί σε κάθε περιοχή.
Έτσι, λοιπόν, η κυρία Χριστοφιλοπούλου, ήταν η χρυσή τομή για να είναι η εισηγήτρια και τα είπε πάρα πολύ ωραία μέχρι στιγμής.
Εγώ γι’ αυτό το νομοσχέδιο θα πω ότι «αν δεν ήταν τραγικό, ίσως να ήταν αστείο».
Το νομοσχέδιο αυτό, αν δεν ήταν ένας καταστροφικός αχταρμάς, ίσως θα μπορούσε κανείς να το δει ως ένα αλλόκοτο πείραμα Φυσικής Επιστήμης του κ. Γαβρόγλου, που θα εντυπωσίαζε τα μικρά παιδιά.
Με το παρόν νομοσχέδιο φαίνεται πλέον καθαρά ότι ο απώτερος σκοπός της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ήταν και παραμένει η σταδιακή απαξίωση των θεσμών, η απαξίωση της δημοκρατίας.
Οποίος και να ονειρεύεται την μεγάλη ανατροπή μέσα από αυτό το νομοσχέδιο που ήρθε την τελευταία στιγμή, μάλλον, δεν θα το καταφέρει.
Βέβαια, τι στόχο τώρα έχουν οι μεταρρυθμίσεις;
Είναι ένα ζητούμενο.
Τέσσερα χρόνια τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποιεί τον ευαίσθητο χώρο της Παιδείας ως ένα πρόσφορο έδαφος για κομματική «γυμναστική», επικοινωνιακή τακτική και ως μέσο διαφυγής από τη σκληρή πραγματικότητα.
Αντιμετωπίζει την Εκπαίδευση, και κατά συνέπεια το μέλλον των επομένων γενεών, με μικροκομματικές συμπεριφορές και ιδεοληπτικές, ξεπερασμένες εμμονές, για να δημιουργήσει εντυπώσεις και να αλλάξει την πολιτική ατζέντα.
Κύριοι της συμπολίτευσης,
Ξηλώνετε οτιδήποτε μεταρρυθμιστικό και συναινετικό θεσπίστηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Τα ιδεοληπτικά σας νομοθετήματα και οι παρεμβάσεις ελέγχου της διοίκησης της εκπαίδευσης δεν έχουν προηγούμενο.
Εδώ και τέσσερα χρόνια αιφνιδιάζετε συνεχώς τους μαθητές, τους φοιτητές, τους γονείς, την παιδαγωγική και την ακαδημαϊκή κοινότητα, χωρίς βέβαια να υπάρχει κάποια επιστημονική ή παιδαγωγική πρακτική. Η μόνη λογική που σας εξυπηρετεί και την οποία ασπάζεστε είναι εκείνη της ήσσονος προσπάθειας.
Φέρνετε ένα νομοσχέδιο – σκούπα που δε δίνει τη δυνατότητα εφαρμογής αλλά ούτε και τη δυνατότητα διορθωτικών κινήσεων, γιατί δεν διαθέτει συγκεκριμένη φιλοσοφία ούτε και σοβαρό σχεδιασμό για την αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης.
Η σύνθεσή του θυμίζει μνημόνιο.
Το είπα και στον Υπουργό στην κατ’ ιδίαν συζήτηση που είχαμε, αν θεωρήσουμε ό,τι για λόγους οικονομικούς απαιτούνται οι συνέργειες Α.Ε.Ι. – Τ.Ε.Ι., από το ίδιο το σχέδιο νόμου, αποδεικνύεται, ότι το οικονομικό κόστος που απαιτείται για την εφαρμογή του, είναι πολύ μεγαλύτερο από το αντίστοιχο για την ενδυνάμωση της λειτουργίας των υπαρχόντων ιδρυμάτων.
Κυρίες και κύριοι της Συμπολίτευσης,
Συνεχίζετε με τον πιο άθλιο τρόπο τη διαδικασία αναδιάταξης της ανώτατης Παιδείας, η οποία ξεκινά από τον τρόπο εισαγωγής νέων φοιτητών στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και καταλήγει σε θέματα οργάνωσης των πανεπιστημίων.
Η διαδικασία αυτή είναι εντελώς ανορθολογική και φαίνεται να υποβάλει την πιο σημαντική μακροσκοπικά δημόσια πολιτική σε ευκαιριακά συμφέροντα. Και αυτό διότι, αφενός, στερείται του αναγκαίου διαβουλευτικού χαρακτήρα και, αφετέρου, συντελείται χωρίς ένα στοιχειώδες επιχειρησιακό σχέδιο.
Σε επίπεδο διαβούλευσης, η αναμόρφωση στην οργάνωση της ανώτατης εκπαίδευσης συντελείται συντεχνιακά, ερήμην των πανεπιστημιακών λειτουργών. Ερήμην, δηλαδή, εκείνων που θα γνώριζαν περισσότερα από το καθένα τις ανάγκες για τα προβλήματα που δυναμικά αναπτύσσονται στην παιδεία και σε κάθε περίπτωση θα κληθούν να εφαρμόσουν το νέο αυτό ρυθμιστικό πλαίσιο.
Η περιφρόνηση αυτή συνιστά συνειδητή πράξη απαξίωσης του έργου των πανεπιστημιακών και αναδεικνύει την αντίληψη ιδεολογικής έπαρσης εκ μέρους του υπουργείου Παιδείας. Επιπλέον, δε, αγνοούνται και φορείς οι οποίοι έχουν λόγο και γνώση των αναγκών στην παροχή εξειδικευμένης γνώσης, όπως είναι οι επαγγελματικοί φορείς και τα τομεακά επιμελητήρια.
Σε επίπεδο επιχειρησιακού σχεδίου, όλες οι ανακατατάξεις, από την περιπτωσιολογική αναβάθμιση Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ) έως την ίδρυση νέων σχολών, όπως η προσπάθεια για νέα Νομική Σχολή στην Πάτρα, συντελούνται χωρίς να υπάρχει έστω και μια μελέτη γνωσιολογική, οικονομοτεχνική βιωσιμότητας η οποία να έχει δημοσιοποιηθεί ή να έχει κοινοποιηθεί στην πανεπιστημιακή κοινότητα.
Αντί δηλαδή η πολιτική ηγεσία της παιδείας να εκπονήσει ένα κεντρικό αναπτυξιακό σχέδιο που θα αφορά το όραμα για την ανώτατη παιδεία το 2030 ή το 2040, με σχετικό χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης, εκκινεί από μεμονωμένες ενέργειες, οι οποίες δεν κατατείνουν σ’ ένα μεγάλο στόχο.
Το αποτέλεσμα των συνεργειών Πανεπιστημίων – ΤΕΙ δεν οδηγεί σε καλά αποτελέσματα. Η «συγχώνευση», γιατί περί αυτής πρόκειται, καταργεί ουσιαστικά την Τεχνολογική Εκπαίδευση και παρερμηνεύει την Πανεπιστημιακή.
Σε όποιες πόλεις υπήρχαν Τμήματα ΤΕΙ - και να σημειωθεί ότι υπήρχαν σε όλες τις ελληνικές πόλεις -για να μπορούν να μαθαίνουν οι νέοι και οι νέες μια τέχνη και να εξειδικεύονται σε κάποια επαγγέλματα, τώρα τα υπάρχοντα Τμήματα βαπτίστηκαν Πανεπιστήμια. Έτσι, κάθε πόλη και κωμόπολη έχει τουλάχιστον ένα πανεπιστημιακό Τμήμα.
Φτάνουμε μάλιστα στο σημείο στην ίδια επαρχιακή πόλη να έχουμε δυο πανεπιστήμια. Για παράδειγμα στο Ρέθυμνο, στο Ηράκλειο και στα Χανιά έχουμε δυο πανεπιστήμια στην ίδια πόλη. Στο Ηράκλειο, που διαθέτει ήδη την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης, ιδρύεται νέα Σχολή Επιστημών Υγείας, στο Μεσογειακό Πανεπιστήμιο Κρήτης. Ωστόσο, τα Τμήματα της Σχολής αυτής δεν είναι όλα στα Ηράκλειο αλλά σε 4 πόλεις: Ηράκλειο, Σητεία, Άγιο Νικόλαο, Ιεράπετρα.
Προφανώς έκριναν στο υπουργείο πως η διάσπαση αυτής της ενότητας επαγγελμάτων, συνιστά Σχολή, που θα παρέχει εκπαίδευση υψηλού επιπέδου.
Και στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου ιδρύεται η Σχολή Επιστημών Υγείας, με έδρα την Τρίπολη αλλά μόνο το Τμήμα Δημόσιας Υγείας και το Τμήμα Νοσηλευτικής έχουν έδρα την Τρίπολη. Το Τμήμα Λογοθεραπείας και το Τμήμα Επιστήμης Διατροφής και Διαιτολογίας, έχουν έδρα την Καλαμάτα, ενώ το Τμήμα Φυσικοθεραπείας, έχει έδρα την Σπάρτη. Πάλι δηλαδή σε τρεις πόλεις.
Γιατί τόση αναμπουμπούλα; Με ποια κριτήρια γίνονται αυτές οι αλλαγές; Γιατί δεν είναι κατάλληλη η Σπάρτη να έχει Νοσηλευτική Σχολή, που την είχε για 15 χρόνια, αλλά να στεγάσει το Τμήμα Φυσικοθεραπείας; Αν δεν εξυπηρετείτε πολιτικές σκοπιμότητες, τότε θα πρέπει να μας απαντήσετε. Διαφορετικά, η σιωπή σας είναι απόδειξη ενοχής.
Είναι δυνατόν ένα Τμήμα το οποίο είναι στη Σπάρτη 15 χρόνια, έχει καλές επιδόσεις στο ΑΣΕΠ, είναι όλοι διορισμένοι, γιατί οι περισσότεροι φοιτητές πέρασαν από τη Σπάρτη, σήμερα έρχεστε και το καταργείτε για να το πάτε στην Τρίπολη.
Μάλλον κάτι κρύβεται πίσω από αυτό. Δυστυχώς τα Τμήματα που στήνονται και που δυστυχώς αναγκαία θα λειτουργήσουν από το Σεπτέμβριο στη Σπάρτη, στήνονται για να μπορεί ο Υπουργός να πουλήσει στην ελληνική κοινωνία την αύξηση των αριθμών των εισακτέων στα Πανεπιστήμια.
Δεν ενδιαφέρει την Κυβέρνηση και τον ίδιο τον Υπουργό, ότι δεν υπάρχουν Προγράμματα Σπουδών, κοινώς κανείς δεν ξέρει ακόμα ποια μαθήματα διδάσκονται στα Τμήματα αυτά, που οι νέοι καλούνται να δηλώσουν στο μηχανογραφικό σε λίγες μέρες. Ούτε βεβαίως υπάρχουν καθηγητές που θα διδάξουν ακόμα.
Πρόκειται για την επιτομή της ανευθυνότητας και της καταστροφής της ποιότητας των ελληνικών πανεπιστημίων που είχε κατακτηθεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Τι να πει κανείς για το Διεθνές Πανεπιστήμιο, το οποίο καταστρέφεται. Στο εδάφιο 7 του άρθρου 2 του Διεθνούς Πανεπιστημίου, στο Κεφάλαιο Α΄, στο Μέρος Α΄ αναφέρεται ότι:
«Ο πρόεδρος και η Συνέλευση του Τμήματος Νοσηλευτικής στη Θεσσαλονίκη είναι τα όργανα διοίκησης και του παραρτήματος της Νοσηλευτικής στο Διδυμότειχο. Για το παράρτημα καθορίζεται χωριστός αριθμός εισακτέων».
Ένα Τμήμα έχει και παράρτημα; Σε ποιο σημείο προβλέπεται κάτι τέτοιο στο νόμο; Και το παράρτημα διοικείται από όργανα που είναι πολλά χιλιόμετρα και ώρες μακριά; Αλλά βεβαίως έχει χωριστό αριθμό εισακτέων, ώστε να εξαργυρώνονται σε ψήφους.
Πως θα επικοινωνούν μεταξύ τους οι διδάσκοντες; Πως θα λειτουργεί η κοσμητεία; Πως θα είναι δυνατόν να προσφέρονται μαθήματα επιλογής από άλλα Τμήματα της ίδιας Σχολής αφού οι φοιτητές δεν προβλέπεται να μετακινούνται;
Ας μην αναφερθούμε στον απίστευτο πολλαπλασιασμό των Τμημάτων, που σχετίζονται με την οικονομική επιστήμη σε μια χώρα έντονου οικονομικού αναλφαβητισμού και μιας οικονομίας που έχει ακόμα ως βαριά της βιομηχανία τον τουρισμό. Πρέπει να είμαστε η μοναδική σε αναλογία φοιτητών σε τέτοιου είδους τμήματα ως προς το σύνολο φοιτητικού κόσμου.
Δεν καταλαβαίνουμε την ανάγκη ίδρυσης Πανεπιστημιακού Ερευνητικού Κέντρο σε κάθε ίδρυμα, συνοδευόμενο από ερευνητικά ινστιτούτα. Σε τι εξυπηρετούν; Ποια ανάγκη έρχονται να καλύψουν; Γιατί μέχρι τώρα όλο το υψηλής ποιότητας ερευνητικό έργο γινόταν χωρίς αυτά τα κέντρα; Γιατί πρέπει να υπάρχουν παράλληλες τέτοιες δομές;
Στο Μέρος Β΄, άρθρο 57 γίνεται ένταξη της Ε.Σ.Δ.Υ στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, ενώ παράλληλα ιδρύεται Σχολή Δημόσιας Υγείας στο ίδιο Πανεπιστήμιο.
Η συγχώνευση της ΕΣΔΥ με το ΠΑΔΑ ήταν μάλλον η μόνη λύση που αποδέχθηκαν από την ΕΣΔΥ, διότι δεν ήθελαν να συγχωνευτούν από την Ιατρική του ΕΚΠΑ.
Κύριοι της Συμπολίτευσης,
Είναι γνωστό πια ότι η αριστεία δεν σας αφορά. Το αποδεικνύετε με τον καλύτερο τρόπο με τις διατάξεις του νόμου που αφορούν στα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολεία. Τι κάνετε;
Ουσιαστικά τα καταργείτε με την μέχρι τώρα μορφή τους και στα προτεινόμενα από το σχέδιο νόμου η εισαγωγή των μαθητών γίνεται αποκλειστικά με κλήρωση.
Ως προς τα Μουσικά και Καλλιτεχνικά σχολεία, τις όποιες αλλαγές επιχειρήσατε να φέρετε πέρσι στο Σχέδιο Νόμου για το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, τελικά δεν ενσωματώθηκαν λόγω “θύελλας” αντιδράσεων από την πλευρά της κοινότητας των Μουσικών και Καλλιτεχνικών Σχολείων. Τι άλλαξε τώρα;
Ως προς τις διατάξεις του νόμου για το σύστημα πρόσβασης των μαθητών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, όχι μόνο δεν δίνουν λύση στις αδυναμίες του υπάρχοντος συστήματος, αλλά παράλληλα διαμορφώνουν ένα πλαίσιο αποδιοργάνωσης του εκπαιδευτικού περιεχομένου του Γενικού λυκείου.
Εγκαταλείπονται οριστικά οι κατά καιρούς εξαγγελίες περί θεσμοθέτησης Εθνικού Απολυτηρίου, που αποτελεί τη μόνη και σταθερή λύση τόσο για την ποιοτική αναβάθμιση του Λυκείου όσο και για την οριστική διαμόρφωση ενός πάγιου συστήματος πρόσβασης.
Ταυτόχρονα, αποκαλύπτεται με τον πιο έντονο τρόπο η δημαγωγία του Υπουργού περί δήθεν κατάργησης των Πανελλαδικών Εξετάσεων. Ενδεικτικό στοιχείο είναι το γεγονός ότι ονοματίζει και προβάλλει ως δική του πολιτική επιλογή την ελεύθερη πρόσβαση σε τμήματα που έχουν ουσιαστικά ελεύθερη πρόσβαση – επειδή δεν καλύπτονται όλες οι θέσεις εισακτέων- εδώ και πολλά χρόνια.
Το δήθεν Εθνικό Απολυτήριο είναι περιορισμένης εκπαιδευτικής, μορφωτικής και παιδαγωγικής αξίας, διότι οι διαδικασίες που προβλέπονται για την απόκτησή του δεν διασφαλίζουν την αντικειμενικότητα, την αξιοπιστία και το αδιάβλητο.
Η διάκριση των σχολών σε αυτές των κεντρικά οργανωμένων εξετάσεων και σ’ εκείνες του Εθνικού Απολυτηρίου θα δημιουργήσει έναν ιδιότυπο «τζόγο» σε ό,τι έχει να κάνει με την πρόβλεψη της επόμενης χρονιάς.
Πλήττει και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, που δεν έχει κανένα λόγο και ρόλο για τον τρόπο εισαγωγής των μελλοντικών της φοιτητών και φοιτητριών.
Η παραπαιδεία όχι μόνο δεν αντιμετωπίζεται αλλά δεν αγγίζεται καν.
Πρωτοτυπία της υποτιθέμενης μεταρρύθμισης αποτελεί ο χωρισμός των πανεπιστημιακών Τμημάτων σε ΤΕΠ (ελεύθερης πρόσβασης) και ΤΠΠΕ (πρόσβαση με Πανελλήνιες).
Μετά την κατάργηση των ΤΕΙ, τα πανεπιστημιακά Τμήματα πλήττονται τώρα με τις δύο ταχύτητες, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι αδύνατοι μαθητές με τον πιο αντιπαιδαγωγικό τρόπο.
Συνεπώς, αλλαγές σπασμωδικές -για ακόμη μια φορά- που δεν υπηρετούν τους εκπαιδευτικούς στόχους του Σχολείου, παρά εξυπηρετούν την μικροκομματική λογική του Υπουργείου. Μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση την οποία ο Υπουργός εξαγγέλλει από την πρώτη κιόλας στιγμή και εν τέλει την υλοποιεί δυόμισι χρόνια μετά, με απώτερο σκοπό να αποκομίσει στενά παραταξιακά οφέλη.
Μια τόσο ανερμάτιστη αλλαγή δεν συνιστά τεκμήριο πολιτικής βούλησης, αντιθέτως ενισχύει το κλίμα αποτελμάτωσης και απαξίωσης που πλήττει το ελληνικό σχολείο.
Με το παρόν νομοσχέδιο, το Υπουργείο Παιδείας επισφραγίζει σημαντικές αλλαγές χωρίς διάλογο και συναίνεση στο τέλος της κυβερνητικής θητείας.
Λίγο πριν τις εκλογές, λαϊκίζει ελπίζοντας σε ψήφους και καλλιεργώντας ελπίδες ότι δήθεν θα υπάρχει ελεύθερη εισαγωγή.
Ελπίζει έτσι να δεσμεύσει την επόμενη κυβέρνηση. Δυστυχώς το μόνο που δεσμεύει είναι το μέλλον της νέας γενιάς, το μέλλον της εκπαίδευσης, το μέλλον της χώρας.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η μετατροπή της Παιδείας από τον ΣΥΡΙΖΑ και λοιπούς σε εργαλείο πολιτικής για την εξυπηρέτηση κομματικών συμφερόντων και ιδεοληπτικών συμπεριφορών δεν είναι μόνο επιζήμια, είναι και επικίνδυνη.
Η εθνική συνεννόηση στα κρίσιμα θέματα της Παιδείας και της Υγείας, με όρους προοδευτικούς είναι αναγκαία ώστε να αλλάξει ριζικά και επί της ουσίας το εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Εσείς όμως ούτε θέλετε ούτε μπορείτε.
Καταγγέλλουμε λοιπόν την επιχειρούμενη μετατροπή της Παιδείας σε παρωδία και σας καλούμε να αποσύρετε σήμερα το νομοσχέδιο. Εξάλλου, εμείς, στην Ολομέλεια της Βουλής, δεν θα παραστούμε.
Για να παρακολουθήσετε το βίντεο, πατήστε εδώ.